- Ισημερινή Γουινέα
- Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ισημερινής Γουινέας
Έκταση: 28.051 τ. χλμ.
Πληθυσμός: 476.200 (2003)
Πρωτεύουσα: Μαλάμπο (92.900 κάτ. το 2003)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με το Καμερούν και στα Α και Ν με την Γκαμπόν, ενώ βρέχεται στα Δ από τον Κόλπο της Γουινέας.Η απόφαση της Ισπανίας να προχωρήσει στην κατάργηση της αποικιοκρατίας στον Κόλπο της Γουινέας και να αποξενωθεί έτσι από τα τελευταία υπολείμματα των κτήσεών της, που συνέθεταν άλλοτε την ισπανική αποικιακή αυτοκρατορία της μαύρης Αφρικής, δεν έγινε με τη δική της βούληση· αντίθετα, η απόφαση ελήφθη υπό την πίεση του OHE και των διαφόρων αφρικανικών κρατών. Ως αποτέλεσμα, στις 12 Οκτωβρίου 1968 δημιουργήθηκε ένα καινούργιο αφρικανικό κράτος, με την ονομασία Ι.Γ. Το κράτος αυτό αποτελείται από ένα νησιωτικό τμήμα –που περιλαμβάνει το νησί Μπιόκο (πρώην Μασίας Νγκουέμα Μπιγιόγκο και ακόμη παλαιότερα Φερνάντο Πόο) καθώς και το πιο απομακρυσμένο Ανομπόν (γνωστό ως Παγκαλού την περίοδο 1973-79)– και από ένα ηπειρωτικό τμήμα, το οποίο ήταν παλαιότερα γνωστό ως Ρίο Μούνι και Ρίο Μπίνι. Διοικητικά, στο ηπειρωτικό τμήμα ανήκει και το νησί Koρίσκο, καθώς και τα νησάκια Ελομπέι Γκράντε (Μεγάλο) και Ελομπέι Τσίκο (Μικρό).
Ανάμεσα στο νησιωτικό και στο ηπειρωτικό τμήμα της χώρας υπάρχουν ελάχιστα κοινά στοιχεία, εκείνα που τους κληροδότησε η ισπανική κυριαρχία: κοινή γλώσσα, κοινή θρησκεία –καθολική– και ένα παρόμοιο σύστημα οικονομικής οργάνωσης.Η Ι.Γ. είναι ενιαίο κράτος που χωρίζεται διοικητικά σε επτά επαρχίες. Το νησιωτικό τμήμα χωρίζεται στις εξής επαρχίες (σε παρένθεση η τοπική ονομασία, η πρωτεύουσα και ο πληθυσμός των επαρχιών σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2003): Ανομπόν (Annobοn, Παλέ, 4.600), Μπιόκο Νόρτε (Bioko Norte, Μαλάμπο, 117.900) και Μπιόκο Σουρ (Bioko Sur, Λούμπα, 12.200)· το ηπειρωτικό τμήμα περιλαμβάνει τις επαρχίες Βέλε-Νζας (Wele-Nzas, Μονγκόμο, 62.500), Κίε-Ντεμ (Kie-Ntem, Εμπεμπιγίν, 87.900), Λιτοράλ (Litoral, Μπάτα, 121.300) και Τσέντρο Σουρ (Centro Sur, Εβιναγιόνγκ, 69.800).Επίσημες γλώσσες είναι τα ισπανικά και τα γαλλικά, αλλά ομιλούνται οι τοπικές γλώσσες Φανγκ, Μπούμπι και Ίμπο. Οι εθνικές ρίζες είναι εντελώς διαφορετικές ανάμεσα στο νησιωτικό και στο ηπειρωτικό τμήμα της χώρας. Στο νησί Μπιόκο οι ντόπιοι ανήκουν στη φυλή Μπούμπι, ενώ ο πληθυσμός του ηπειρωτικού τμήματος της χώρας κατάγεται εθνολογικά από τους Φανγκ. Ακόμη, περίπου 1.000 κάτοικοι έχουν ευρωπαϊκή καταγωγή, οι περισσότεροι ισπανική.Σύμφωνα με το σύνταγμα που θεσπίστηκε το 1991, η Ι.Γ. είναι πολυκομματική δημοκρατία προεδρικού τύπου. Αρχηγός του κράτους και πρόεδρος της κυβέρνησης είναι ο πρόεδρος της δημοκρατίας, ο οποίος εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία για μία επταετία. Ως πρόεδρος της κυβέρνησης ασκεί την εκτελεστική εξουσία μαζί με τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς, τους οποίους διορίζει ο ίδιος και λογοδοτούν σε αυτόν. Τη νομοθετική εξουσία ασκεί η εθνοσυνέλευση (80 μέλη), που εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία για μία πενταετία.Ο συνταγματάρχης Τεόντορο Ομπιάνγκ Νγκουέμα Μπασόγκο κατέχει την εξουσία από το 1979 και οι εκλογές που έχουν γίνει από τότε έχουν καταγγελθεί ως παρωδία από την αντιπολίτευση και τους διεθνείς οργανισμούς. Ουσιαστικά, δεν λειτουργεί αντιπολίτευση και πολιτικά κόμματα, με εξαίρεση το κυβερνητικό.Η Ι.Γ. ακολουθεί το ισπανικό νομικό σύστημα προσαρμοσμένο στις τοπικές παραδόσεις και αντιλήψεις.Ο πληθυσμός ασπάζεται στην πλειονότητά του τον καθολικισμό (80%), ενώ υπάρχουν ακόμη προτεστάντες καθώς και πιστοί των παραδοσιακών ανιμιστικών θρησκειών.Η στοιχειώδης εκπαίδευση, την οποία είχαν αναλάβει οι καθολικοί ιεραπόστολοι στα χρόνια της ισπανικής αποικιοκρατίας, παρέχεται τώρα από κρατικά σχολεία. Το εκπαιδευτικό σύστημα παραμένει ίδιο με το ισπανικό και μετά την ανεξαρτητοποίηση της χώρας.Το ηπειρωτικό τμήμα της Ι.Γ., μια ορθογώνια έκταση που βρέχεται από τον Κόλπο της Γουινέας, αντιστοιχεί στο 92,8% της συνολικής επιφάνειας της χώρας. Μορφολογικά είναι μια περιοχή κατεξοχήν ορεινή, με μικρές αλλά συνεχείς κρυσταλλοπαγείς οροσειρές, που χωρίζονται μεταξύ τους από ποτάμιες κοιλάδες. Οι μεγαλύτεροι ορεινοί όγκοι είναι συγκεντρωμένοι στα ΝΔ (όρος Μίτρα, 1.200 μ.). Τα εσωτερικά ανάγλυφα διαδέχονται, προς την ακτή, χαμηλοί πλειοκαινικοί λόφοι, που και αυτοί κοντά στις εκβολές των ποταμών δίνουν τη θέση τους σε μικρές κοιλάδες. Η ακτή είναι ομοιόμορφη σε όλο το μήκος της, δεν έχει σχεδόν καθόλου λιμάνια και φυσικές προεξοχές και καλύπτεται από πυκνή βλάστηση. Η χερσόνησος Σαν Χουάν στα Ν είναι το μοναδικό σημείο που διακόπτει τη μορφολογική μονοτονία της ακτής. Στα ανοιχτά της χερσονήσου βρίσκεται το νησί Κορίσκο (15 τ. χλμ., με μερικές εκατοντάδες κατοίκους) και τα μικρά νησιά Ελομπέι Γκράντε και Ελομπέι Τσίκο (το τελευταίο είναι σχεδόν ακατοίκητο).
Σε ό,τι αφορά τη νησιωτική Ι.Γ., το Μπιόκο, που βρίσκεται μπροστά στις ακτές του Καμερούν, είναι το μεγαλύτερο από τα νησιά της χώρας (2.017 τ. χλμ.), ενώ η Ανομπόν στα ανοιχτά του Ατλαντικού, έχει επιφάνεια μόλις 17 τ. χλμ. Τα δύο αυτά νησιά αντιπροσωπεύουν τις εξωτερικές αναδύσεις, στα Β και στα Ν, μιας ηφαιστειογενούς ευθυγράμμισης που αποτελεί τη φυσική συνέχεια των αναγλύφων του Καμερούν. Στο Μπιόκο η μορφολογία του εδάφους διαταράσσεται από πολυάριθμους ηφαιστειακούς κώνους που σχηματίστηκαν σε διάφορες εποχές. Στο βόρειο τμήμα του νησιού κυριαρχεί με την εντυπωσιακή μεγαλοπρέπειά του ο όγκος της Πίκο ντε Ισαμπέλ (3.007 μ.). Τυπικά ισημερινό το κλίμα και εδώ, υγρό και θερμό με άφθονες βροχοπτώσεις όλο τον χρόνο, διαφοροποιείται σε μικρό βαθμό από τη μία εποχή στην άλλη. Η Ανομπόν, στα Ν του Ισημερινού, έχει ακανόνιστο κωνικό σχήμα και ήταν παλαιότερα εντελώς σκεπασμένη με δάση. Τις τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο, ένα μεγάλο μέρος των δασικών εκτάσεων του νησιού έχει αντικατασταθεί από φυτείες κακάο.Το κλίμα της ηπειρωτικής περιοχής είναι τυπικά ισημερινό. Οι βροχές πέφτουν περίπου οκτώ μήνες τον χρόνο, παρουσιάζοντας τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις κατά τον Μάρτιο και τον Οκτώβριο. Η θερμοκρασία κυμαίνεται συνήθως γύρω στους 25-26°C χωρίς αξιοσημείωτες μεταπτώσεις· η υγρασία της ατμόσφαιρας συνήθως είναι υψηλή. Χάρη στο κλίμα αυτό, που ευνοεί την τροπική βλάστηση, ολόκληρη η χώρα σκεπάζεται από μια πυκνή, σχεδόν αδιάσπαστη πράσινη ζώνη, στην οποία αφθονούν πολλά είδη ψηλόκορμων δέντρων με πολύτιμο ξύλο, όπως για παράδειγμα ο παλίσανδρος, ο έβενος και το οκουμέ.Από τους ποταμούς, ο σπουδαιότερος είναι ο Ρίο Μπίνι (πρώην Ρίο Μπενίτο) που πηγάζει από την Γκαμπόν και διασχίζει την Ι.Γ. από τα Α προς τα Δ. Διατρέχεται από πολυάριθμους μικρούς καταρράκτες που καθιστούν δύσκολη την αξιοποίησή του στο ανώτερο και μεσαίο τμήμα του. Σχετικά πλωτό είναι μόνο το τελευταίο τμήμα του ποταμού. Τα ίδια χαρακτηριστικά παρουσιάζουν ο Ρίο Μιτεμέλε (πρώην Ρίο Μούνι) και ο Ρίο Κάμπο ή Ντεμ.Οι αρχικοί κάτοικοι, τουλάχιστον του ηπειρωτικού τμήματος, φαίνεται ότι ήταν Πυγμαίοι Μπαμπίνγκα, οι οποίοι τώρα έχουν περιοριστεί στη ζώνη των ισημερινών δασών. Οι Μπούμπι και οι Φανγκ μετανάστευσαν στην περιοχή τον 17ο αι. και στο νησιωτικό τμήμα τον 19ο αι. Οι Φανγκ προέρχονται από την κεντρική Αφρική· κατέλαβαν τα εδάφη που κατέχουν σήμερα όταν εγκατέλειψαν τη γη τους διωκόμενοι από σουδανικά και ισλαμικά φύλα που κατέβαιναν προς τα Ν. Σήμερα ζουν στο ηπειρωτικό τμήμα της Ι.Γ. οργανωμένοι σε πρωτόγονες κοινωνίες με γεωργικό και πατριαρχικό χαρακτήρα.
Στο νησί Μπιόκο ζουν κυρίως Μπούμπι, οι οποίοι μιλούν τη γλώσσα Μπαντού, καθώς και Ίμπο, τους οποίους έφεραν οι Ευρωπαίοι από τη Νιγηρία για να δουλέψουν στις φυτείες του κακάο· υπάρχουν επίσης πολλοί μιγάδες οι οποίοι προήλθαν από τη διασταύρωση των Ισπανών και των Πορτογάλων με τους Αφρικανούς.Ο πληθυσμός της Ι.Γ. αυξάνεται βραδύτατα –συγκριτικά με τα αφρικανικά δημογραφικά κριτήρια– και πιο συγκεκριμένα με ετήσιο ρυθμό 2,45%· παράλληλα έχει υποστεί δραματικές μειώσεις εξαιτίας της μαζικής μετανάστευσης για πολιτικούς λόγους. Εκτιμάται ότι περίπου 110.000 άνθρωποι ζουν εξόριστοι, δηλαδή σχεδόν το ένα πέμπτο του πληθυσμού. Το 1960 ο πληθυσμός έφτανε τους 246.000 κατ. και σήμερα, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις (2002), πλησιάζει το μισό εκατομμύριο. Περίπου τα τρία τέταρτα ζουν στο ηπειρωτικό τμήμα. Η μέση πυκνότητα του πληθυσμού είναι 17 κάτ. ανά τ. χλμ. Ολόκληρη η χώρα δεν έχει παρά μόνο δύο αστικά κέντρα: την Μπάτα (με 66.800 κατ. σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2003) στο ηπειρωτικό τμήμα και την πρωτεύουσα Μαλάμπο (92.900 κάτ. το 2003, πρώην Σάντα Ισαμπέλ) στο νησί Μπιόκο. Η Μπάτα, που πριν από λίγες δεκαετίες ήταν μικρό χωριουδάκι, εξελίχθηκε με αρκετά γοργό ρυθμό σε σύγχρονη μικρή πόλη, κυρίως χάρη στο εμπορικά δραστήριο λιμάνι της απ’ όπου διέρχονται σχεδόν όλα τα προϊόντα που παράγονται στις φυτείες της ενδοχώρας. Επιπλέον, διαθέτει και το μοναδικό αεροδρόμιο της Ι.Γ. στο ηπειρωτικό της έδαφος. Καλό οδικό δίκτυο τη συνδέει με τις νότιες περιοχές και με το εσωτερικό της χώρας. Η Μαλάμπο βρίσκεται στη βόρεια ακτή του Μπιόκο, περίπου 50 χλμ. από το λιμάνι Βικτόρια του Καμερούν. Είναι μια μικρή γραφική πόλη ισπανικού ρυθμού και το λιμάνι της, χάρη στις εξαγωγές του κακάο και των άλλων γεωργικών προϊόντων του νησιού, έχει αξιόλογη κίνηση. Τα τελευταία 30 χρόνια η Μαλάμπο γνώρισε αξιοσημείωτη δημογραφική ανάπτυξη.Παρά το γεγονός ότι η Ι.Γ. διαθέτει πλούσια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, αξιόλογη παραγωγή κακάο, καφέ, ξυλείας κ.ά., η έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, συγκοινωνιακής και επικοινωνιακής υποδομής, καθώς και η διαφθορά του δικτατορικού καθεστώτος, δημιούργησαν τεράστια προβλήματα στην οικονομία της χώρας. Σύμφωνα με στοιχεία του 2001, το ΑΕΠ ανήλθε σε 1.040 εκατ. δολάρια ΗΠΑ, το κατά κεφαλήν εισόδημα σε 2.100 δολάρια, ενώ ο πληθωρισμός ήταν 6% και η ανεργία 30%. Από το 1991 εφαρμόζεται ένα πρόγραμμα εξυγίανσης της οικονομίας με στόχους την αξιοποίηση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, την αναδιοργάνωση της δασοπονίας και της γεωργικής παραγωγής, τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Στα πλαίσια αυτών των προσπαθειών εντάσσεται και η υποτίμηση του νομίσματος (κατά 50%) το 1994.Η αγροτική παραγωγή περιλαμβάνει μερικά από τα γνωστά αφρικανικά φυτά (μανιόκα, γλυκοπατάτα, μπανάνα, κοκκοφοίνικας, καθώς και φοινικιές). Βασικά όμως προϊόντα είναι το κακάο και ο καφές, που προορίζονται αποκλειστικά για εξαγωγή. Η φυτεία του Μπιόκο είναι μία από τις μεγαλύτερες αφρικανικές παραγωγούς κακάο, ενώ το ίδιο προϊόν αποτελεί και την κυριότερη παραγωγή της φυτείας της Ανομπόν. Ο καφές, το δεύτερο σε οικονομική σημασία προϊόν των νησιών, καλλιεργείται ακόμα και στις ορεινές ζώνες, μέχρι ένα υψόμετρο 900 μ.
Στο ηπειρωτικό τμήμα, τα δάση αποτελούν την κυριότερη πλουτοπαραγωγική πηγή. Η συστηματική εκμετάλλευσή τους, που έχει οργανωθεί σχετικά πρόσφατα, δίνει πολύτιμη ξυλεία, όπως είναι ο παλίσανδρος, ο έβενος και το οκουμέ· το τελευταίο παρουσιάζει το μεγάλο πλεονέκτημα ότι, σε αντίθεση με τα περισσότερα είδη ξυλείας της ζώνης του ισημερινού, επιπλέει και επομένως μπορεί να μεταφερθεί από το ρεύμα των ποταμών στις ακτές, απ’ όπου φορτώνεται στα καράβια για το εξωτερικό.Η κτηνοτροφία και η αλιεία είναι και οι δύο πολύ περιορισμένες δραστηριότητες.Ευρωπαϊκή ανακάλυψη και κατάκτηση. Από τα εδάφη που συγκροτούν σήμερα το κράτος της Ι.Γ., το νησί Μπιόκο ανακαλύφθηκε μεταξύ 1469 και 1486 από τον Πορτογάλο Φερνάντο Πόο, του οποίου πήρε το όνομα, και η Ανομπόν την 1η Ιανουαρίου 1471, επίσης από Πορτογάλους. Σύμφωνα με τη συνθήκη του Ελ Πάρντο (11 Μαρτίου 1778), και τα δύο νησιά πέρασαν στην κυριαρχία της Ισπανίας. Ακολούθησε ένα σύντομο διάστημα βρετανικής κατοχής· οι Άγγλοι, που είχαν αναπτύξει με το Φερνάντο Πόο εξαιρετικά κερδοφόρες εμπορικές σχέσεις, κατέλαβαν το νησί το 1827, ύστερα όμως από έντονες διαμαρτυρίες της Ισπανίας αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν τα ισπανικά κυριαρχικά δικαιώματα στην περιοχή και να αποχωρήσουν το 1844. Την περίοδο εκείνη χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τον αγώνα κατά του δουλεμπορίου, το οποίο είχε τεθεί εκτός νόμου στην Αγγλία.
Το 1904 η Ανομπόν και το Φερνάντο Πόο έγιναν από διοικητική άποψη τμήμα της Ισπανικής Δυτικής Αφρικής. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, πολυάριθμα στρατεύματα που προέρχονταν από το γειτονικό Καμερούν –άλλοτε γερμανική αποικία– πλημμύρισαν το Φερνάντο Πόο και εγκαταστάθηκαν εκεί, δίνοντας έτσι ώθηση στον εποικισμό και στην ανάπτυξη του νησιού. Το 1911 τα δύο νησιά ενώθηκαν με την ισπανική αποικία της Ρίο Μίνι. Η περιοχή αυτή είχε επίσης ανακαλυφθεί από τους Πορτογάλους τον 15o αι., βάσει όμως της συνθήκης του Ελ Πάρντο το 1778 είχε περάσει στους Ισπανούς, οι οποίοι είχαν επεκτείνει στη συνέχεια την εξουσία τους σε όλο το έδαφος γύρω από τον ποταμό Ρίο Μίνι. Μια ισπανογαλλική συνθήκη στις 17 Ιουνίου 1900 καθόρισε τα όρια του εδάφους. Ουσιαστικά όμως η Ισπανία μόλις το 1926 επεξέτεινε την κυριαρχία της σε ολόκληρο το ηπειρωτικό έδαφος που αποτελεί τώρα μέρος της Ι.Γ.
Το 1935 η Ισπανική Γουινέα αναδιοργανώθηκε διοικητικά σε δύο διαμερίσματα, το Φερνάντο Πόο και την ηπειρωτική Ισπανική Γουινέα, υπό τον έλεγχο ενός γενικού κυβερνήτη, με έδρα τη Σάντα Ισαμπέλ στο Φερνάντο Πόο. Η μετάβαση από το αποικιακό καθεστώς στην ανεξαρτησία έγινε σταδιακά.
Η περίοδος της ανεξαρτησίας. Το 1960 η αποικία χωρίστηκε σε δύο τμήματα (νησιωτικό και ηπειρωτικό) που αναγνωρίστηκαν ως ισπανικές επαρχίες. Το 1964 τα δύο τμήματα ενώθηκαν σε μία επαρχία με την ονομασία Ισημερινή Περιοχή, στην οποία παραχωρήθηκε εσωτερική αυτονομία στις 3 Ιουλίου 1964. Ύστερα από 190 χρόνια ισπανικής κυριαρχίας, η Ι.Γ. ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη τον Οκτώβριο του 1968. Ο Φρανσίσκο Μασίας Νγκουέμα, ο πρώτος πρόεδρος της χώρας, έθεσε εκτός νόμου όλα τα κόμματα και ίδρυσε το Μοναδικό Εθνικό Κόμμα, τον Φεβρουάριο του 1970, ενώ όρισε τον εαυτό του ισόβιο πρόεδρο, τον Ιούλιο του 1972. Ο Μασίας απέκτησε απόλυτες εξουσίες με ένα νέο σύνταγμα. Την περίοδο 1975-77 σημειώθηκαν δεκάδες συλλήψεις και εκτελέσεις, ενώ χιλιάδες κάτοικοι της χώρας αναγκάστηκαν να εκπατριστούν.
Τον Αύγουστο του 1979 ο Μασίας ανατράπηκε από πραξικόπημα που οργάνωσε ο ανιψιός του, αντισυνταγματάρχης Τεόντορο Ομπιάνγκ Νγκουέμα Μπασόγκο, ο οποίος στη συνέχεια σταμάτησε να χρησιμοποιεί το δικό του επίθετο. Ο Μασίας δικάστηκε για γενοκτονία και παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εκτελέστηκε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Ο Ομπιάνγκ Νγκουέμα ορίστηκε το 1982 πρόεδρος για άλλα επτά χρόνια, ενέκρινε με δημοψήφισμα ένα νέο σύνταγμα και εξέλεξε το 1983 νέα βουλή χωρίς αντίπαλο. Βουλευτικές εκλογές έγιναν ξανά το 1988 και πάλι χωρίς αντίπαλο.
Στη δεκαετία του 1980 το καθεστώς του Ομπιάνγκ Νγκουέμα αντιμετώπισε με δυναμικό τρόπο, δηλαδή με βαριές ποινές και εκτελέσεις, πολλά πραξικοπήματα, ενώ η απαγόρευση από το 1979 κάθε οργανωμένης πολιτικής δραστηριότητας και οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων οδήγησαν στην ανάπτυξη της αντιπολίτευσης στο εξωτερικό. Το 1983 εκπρόσωποι πέντε κομμάτων σχημάτισαν τον πρώτο συνασπισμό της αντιπολίτευσης στην Ισπανία, ενώ τον επόμενο χρόνο ιδρύθηκαν άλλες δύο οργανώσεις στη Γαλλία. Το 1987 ο Ομπιάνγκ Νγκουέμα ίδρυσε ένα κυβερνητικό κόμμα, που ονομάστηκε Δημοκρατικό Κόμμα της Ισημερινής Γουινέας, αλλά αρνήθηκε να νομιμοποιήσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ο Νγκουέμα συνέχισε να αντιμετωπίζει με σκληρά μέτρα τις απόπειρες ανατροπής του και το 1989 εξελέγη πρόεδρος, χωρίς αντίπαλο, στις πρώτες προεδρικές εκλογές που έγιναν από την ανεξαρτησία της χώρας.
Τον Νοέμβριο του 1991 εγκρίθηκε με δημοψήφισμα νέο σύνταγμα, το οποίο όμως απέρριψαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, επειδή, ανάμεσα στα άλλα, απάλλασσε τον πρόεδρο από οποιαδήποτε ευθύνη για όσα είχε πράξει κατά τη διάρκεια της θητείας του. Ο Νγκουέμα έθεσε σε ισχύ νέα νομοθεσία που επέτρεπε την ύπαρξη πολιτικών κομμάτων, εξακολούθησε όμως να συλλαμβάνει μέλη της αντιπολίτευσης και να εμποδίζει τη λειτουργία των κομμάτων της. Τον Νοέμβριο του 1993 έγιναν βουλευτικές εκλογές, στις οποίες όμως αρκετά κόμματα της αντιπολίτευσης αρνήθηκαν να μετάσχουν. Το κυβερνητικό κόμμα κέρδισε τις 68 από τις 80 έδρες της βουλής, ενώ μόνο τρία κόμματα της αντιπολίτευσης εξέλεξαν αντιπροσώπους, καταγγέλλοντας σοβαρές παραβιάσεις της εκλογικής διαδικασίας.
Στις προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου του 1995 η αποχή έφτασε το 80% αλλά ο Νγκουέμα ισχυρίστηκε ότι έλαβε το 99% των ψήφων, με αποτέλεσμα να καταγγελθούν οι εκλογές ως «φάρσα» τόσο από τη διεθνή κοινότητα όσο και από την αντιπολίτευση. Στις βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν τον Μάρτιο του 1999 το κόμμα του Νγκουέμα πήρε τις 75 από τις 80 έδρες προκαλώντας ανάλογες αντιδράσεις.
Ο πρόεδρος της Ισημερινής Γουινέας Τεόντορο Ομπιάνγκ Νγκουέμα Μπασόγκο (φωτ. ΑΠΕ).
Χαρτονόμισμα των 1.000 φράγκων των Κεντρικών Αφρικανικών Κρατών, που εκδόθηκε μετά την υποτίμηση του νομίσματος, το 1994.
Ξήρανση κακάο σε αγρόκτημα στο νησί Μπιόκο. Στην Ισημερινή Γουινέα η γεωργία είναι εξαιρετικά αναπτυγμένη στα νησιά, ενώ το ηπειρωτικό τμήμα παράγει κυρίως δασικά προϊόντα.
Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ισημερινής Γουινέας Έκταση: 28.051 τ. χλμ. Πληθυσμός: 476.200 (2003) Πρωτεύουσα: Μαλάμπο (92.900 κάτ. το 2003)
Dictionary of Greek. 2013.